''Τελειότατη κοινωνία ονομάζω αυτήν, όπου έχει καταργηθεί η ιδιοκτησία, έχουν εκλείψει οι προσωπικές διαφορές και έχουν εξαφανιστεί οι έριδες και οι φιλονικίες. Είναι η κοινωνία όπου όλα είναι κοινά. Οι πολλοί είναι ένας και αυτός ο ένας δεν υπάρχει μόνος του, αλλά ζει μέσα στους πολλούς''
Μ. Βασιλείου, Ασκητικές Διατάξεις

Τρίτη 29 Μαΐου 2012

Γεια σου Robin!!

Πέστα Robin…!!!

 
«Στην Αγγλία για παράδειγμα, δεν πήγα πουθενά. Τι να δω; Το παλάτι του Μπάκιγχαμ; Δεν με νοιάζει. Όπως κι αν… πάω στην Γερμανία, δεν θα πάω να δω το Τείχος του Βερολίνου.
Ωστόσο, τη Δήλο, τον Παρθενώνα και τις Μυκήνες δεν μπορείς να τις αγνοήσεις…. «Τα οικονομικά δεδομένα αλλάζουν συνεχώς για όλους. Αυτό που δεν αλλάζει είναι η κληρονομιά, η ταυτότητά σας. Ο Παρθενώνας δεν φεύγει από την Αθήνα. Είναι ακόμα εκεί για να θυμίζει ότι η πρόοδος και η ακμή μπορούν να επιστρέψουν», δήλωσε σε συνέντευξή του στην εφημερίδα «Πρώτο Θέμα» ο διάσημος κωμικός Robin Williams, κάνοντας μας όλους πραγματικά υπερήφανους!

Η Άγνωστη Ιστορία των Πομάκων!

Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΠΟΜΑΚΩΝ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΚΕΜΑΛΙΣΤΩΝ-Ο ΠΟΜΑΚΟΣ ΗΡΩΑΣ «ΓΚΙΑΟΥΡ ΙΜΑΜ»! 16 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 1920!

Πομάκοι στη Μ_ Ασία την εποχή της επανάστασης του Γκιαούρ ΙμάμΤο 1920 οι λαοί της Μικράς Ασίας γνώριζαν καλά ότι το κεμαλικό κίνημα στην Τουρκία είναι συνέχεια του Νεοτουρκικού κινήματος και ότι έτσι δεν θα αντέξει καμιά άλλη γλώσσα ή διαφορετική εθνική ταυτότητα. Οι Πομάκοι, όταν αντιλήφθηκαν πόσο επικίνδυνο ήταν για αυτούς το κίνημα του Κεμάλ Μουσταφά, προσπάθησαν να ξεσηκωθούν. Αρχηγός τους ήταν ένας Πομάκος ιμάμης, τον οποίο οι Τούρκοι υποτιμητικά απεκάλεσαν «Γκιαούρ Ιμάμ».
 
Στην προσπάθειά τους οι Πομάκοι είχαν συμμάχους τους μουσουλμάνους Τσερκέζους (Κιρκασίους) και τον αρχηγό τους, Αχμέτ Ανζαβούρ. Ο Ανζαβούρ γύριζε τα χωριά των Τσερκέζων καλώντας τα να ξεσηκωθούν κατά των Τούρκων. Η επανάσταση των Πομάκων και των Τσερκέζων επικεντρώθηκε στην περιοχή των Δαρδανελίων.
 
Στις αρχές του 1920, ο Πομάκος Καρά Αχμέτ μάζεψε χρήματα από τα πομακικά χωριά της περιοχής για την οργάνωση των ανταρτών. Ο κεμαλιστής Χαμδή Μπέη, ο οποίος είχε συγκεντρώσει στρατό και κλεμμένα πολεμοφόδια από τους Γάλλους, τον φυλάκισε στην πόλη Μπίγκα (ελλ. Πηγές). Ο Χαμδή Μπέη φερόταν βάναυσα προς τους Πομάκους και τους πίεζε να … προσφέρουν φαγητό και ρούχα στους κεμαλιστές στρατιώτες του.
 
Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με τη φυλάκιση του Πομάκου Καρά Αχμέτ, εξόργισε τους (Πομάκους) κατοίκους της περιοχής οι οποίοι ξεκίνησαν την επανάσταση. Στις 16 Φεβρουαρίου 1920 μία δύναμη 200 ανδρών εξοπλισμένων με όπλα και άλλων 1000, με μαχαίρια και τσεκούρια, έχοντας επικεφαλής οι μεν Πομάκοι, τον Γκιαούρ Ιμάμ, οι δε Τσερκέζοι τον Σαχ Ισμαήλ (Şah İsmail) επιτέθηκαν στην πόλη της Μπίγα.
 
Στο στρατόπεδο της πόλης, οι στρατιώτες ήταν Πομακικής καταγωγής και έτσι αντί
να αντισταθούν, αυτομόλησαν και ενώθηκαν με τους Πομάκους και τους Τσερκέζους επαναστάτες.
 
Το Πομακικό χωριό Χασάν Μπέη, κοντά στο ΓκιόνενΗ Βίγα έγινε το κέντρο της επανάστασης γι αυτό και ο Τσερκέζος Αχμέτ Ανζαβούρ ήρθε και εγκαταστάθηκε στην πόλη. Δυστυχώς, οι Πομάκοι δεν είχαν προλάβει να απελευθερώσουν τον Καρά Αχμέτ και τους άλλους φυλακισμένους. Ο κεμαλιστής Χαμδή Μπέη έστειλε τον Κιανή Μπέη και δολοφόνησε στη φυλακή τον Καρά Αχμέτ και τους συντρόφους του. Η δολοφονία δεν έμεινε ατιμώρητη. Οι επαναστάτες, εντόπισαν τον Κιανή Μπέη στην κρυψώνα του, τον περικύκλωσαν και τελικά τον σκότωσαν μαζί με άλλους κεμαλιστές αξιωματικούς.
 
Μετά τα γεγονότα αυτά, οι κεμαλιστές προσπάθησαν να οργανωθούν. Ο Χαμδή Μπέη, ηθικός υπεύθυνος της δολοφονίας του Πομάκου Καρά Αχμέτ, κατευθύνθηκε στο χωριό Εμίνομπα. Εκεί, τον αναγνώρισαν οι επαναστάτες χωρικοί και τον συνέλαβαν. Ο Χαμδή Μπέη τους έκανε προπαγάνδα κατά της επανάστασης των Πομάκων και των Τσερκέζων. Οι χωρικοί όμως δεν ήθελαν τον κεμαλικό ζυγό και τον εκτέλεσαν.
 
Στις 21 Φεβρουαρίου 1920 οι Πομάκοι και οι Τσερκέζοι επαναστάτες μπήκαν στο χωριό Γιένιτζε και το κατέλαβαν.
 
Οι κεμαλιστές, με αρχηγό τον αντισυνταγματάρχη Ραχμή Μπέη, συγκέντρωσαν στρατό και πυρομαχικά στο Γκιόνεν (ελλ. Άρτεμις Θερμαία) και προχώρησαν κατά των επαναστατών, που είχαν ελλιπή εξοπλισμό. Το μήνα Μάρτιο έγιναν σφοδρές συγκρούσεις. Οι επαναστάτες με τον Γκιαούρ Ιμάμ κέρδισαν την μάχη. Οι κεμαλιστές υποχώρησαν ξανά στο Γκιόνεν.
 
Στις 4 Απριλίου οι δυνάμεις των Πομάκων και των Τσερκέζων υπό την ηγεσία του Αχμέτ Ανζαβούρ μπήκαν στο Γκιόνεν και διέλυσαν τα κεμαλικά στρατεύματα των Τούρκων. Απελευθέρωσαν και άλλα μέρη όπως το Καρατζά Μπέη και τη Μπαντίρμα (Πάνορμος). Οι επαναστάτες προχώρησαν στο Μπαλικεσίρ (ελλ. Παλαιόκαστρο). Οι Τούρκοι τρομοκρατήθηκαν και ο Μουσταφά Κεμάλ με ανακοίνωσή του κατηγόρησε την κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης για την εξέγερση των Πομάκων και των Τσερκέζων.
 
Οι τοποθεσίες των μαχώνΟι Τούρκοι προσέφυγαν στην προδοσία. Έβαλαν επικεφαλής του κεμαλικού στρατού έναν Τσερκέζο, τον Ετέμ Μπέη ο οποίος κατάφερε να νικήσει τους επαναστάτες (Πομάκους και Τσερκέζους) στις 16 Απριλίου 1920 στο Σουσουρλούκ. Οι κεμαλιστές κέρδισαν, οι επαναστάτες διαλύθηκαν και οι ηγέτες τους χάθηκαν μέσα στο λαό. Ο ίδιος ο Τσερκέζος Ετέμ Μπέη που πολέμησε για τον Κεμάλ Μουσταφά, αργότερα κατάλαβε το λάθος του. Είδε ότι στο κεμαλικό κράτος δεν αναγνωρίζονται τα δικαιώματα των άλλων λαών και έτσι προσεχώρησε στην ελληνική πλευρά και ζήτησε άσυλο.
 
Σελίδες ιστορίας άγνωστες, που όλοι οι Πομάκοι πρέπει να τις γνωρίζουν, να μαθαίνουν για τους προγόνους τους που πολέμησαν τους κεμαλιστές Τούρκους. Η επανάσταση αυτή πέρασε στην τουρκική ιστοριογραφία ως «η Δεύτερη Εξέγερση του Ανζαβούρ». Για εμάς αποτελεί την Πρώτη Πομακική Επανάσταση. Η Επανάσταση των Πομάκων κατά του κεμαλικού καθεστώτος (16 Φεβρουαρίου 1920) πρέπει να καθιερωθεί ως Ημέρα Αντίστασης του λαού μας κατά των κεμαλιστών Τούρκων. Πρέπει να γίνει η επίσημη γιορτή των Πομάκων. Ως Ζαγάλισα δεσμευόμαστε να προβούμε σε όλες τις κατάλληλες κινήσεις προς αυτή την κατεύθυνση.
 
Σημειώνουμε ότι, το σημερινό άρθρο βασίστηκε στο τεύχος 8 της Ζαγάλισα (22 Απριλίου 1998), όπου για πρώτη φορά στην Ελλάδα, παρουσιάσαμε (με τη συμβολή του κούρδου διανοούμενου και εκλεκτού συναγωνιστή Αλή Καρδούχου), το θέμα του Πομάκου ήρωα και επαναστάτη Γκιαούρ Ιμάμ. Η έρευνά μας συνεχίζεται και σύντομα θα επανέλθουμε.
 
(τεύχος 51, Μάρτιος 2011)
 Πηγή : zagalisa.gr

Πομάκοι.

ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ! Η επισημότερη αναγνώριση ! Ο Ερντογάν αναγνωρίζει ότι οι Πομάκοι δεν είναι Τούρκοι

Για άλλη μία φορά, ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναφέρθηκε στους Πομάκους, κατατάσσοντάς τους στις μειονότητες της Τουρκίας που δεν έχουν τουρκική καταγωγή.
Συγκεκριμένα, ο Τούρκος πρωθυπουργός στις 7 Νοεμβρίου 2011, επισκέφθηκε την ιδιαίτερή του πατρίδα την πόλη Ρίζε του Πόντου, που δεν είναι άλλη από την ελληνική Ρίζιον, όπου οι Έλληνες χριστιανοί κάτοικοι είχαν εξισλαμισθεί στην περίοδο της οθωμανοκρατίας. Άλλωστε, γι αυτό το λόγο, οι Τούρκοι εθνικιστές κατηγορούν τον Ερντογάν ότι έχει ελληνική καταγωγή!
Στη δημόσια ομιλία του, μεταξύ άλλων, είπε: «Όλες οι εθνικότητες που κατοικούν στην Τουρκία, όπως οι Τούρκοι, οι Κούρδοι, οι Λαζοί, οι Κιρκάσιοι, οι Απχάζιοι, οι Πομάκοι και οι Γεωργιανοί δεν είναι αντιμαχόμενες ομάδες. Όλοι έχουν την αξία τους. Κανείς δεν είναι ανώτερος από τον άλλον»
Άλλη μια εκπληκτική αναγνώριση της μη Τουρκικής καταγωγής μας, η οποία εάν υπήρχε στοιχειωδώς σοβαρό ελληνικό κράτος, αλλά και στοιχειωδώς υπεύθυνοι δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι στελεχώνουν τις … αρμόδιες υπηρεσίες, θα έπρεπε να αναδειχθεί ως κεντρικό σύνθημα και ασπίδα κατά των τουρκικών παρακρατικών και ισλαμιστικών οργανώσεων που κάνουν πάρτυ στην Ελληνική Θράκη. Να είστε βέβαιοι ότι και παλι δεν θα διαταραχθεί η παχυδερμία κανενός, ούτε στην Αθήνα, ούτε στην Κομοτηνή, ούτε και στη Ξάνθη.

Δυστυχώς, το θάρρος του Τούρκου πρωθυπουργού δεν το είχε κανένας Έλληνας πρωθυπουργός, ούτε καν αρχηγοί κομμάτων της αντιπολίτευσης, ούτε πολύ περισσότερο οι χριστιανοί βουλευτές της Θράκης, οι οποίοι σε αυτό το επίπεδο είναι απλά, επαρχιώτες νάνοι και πολύ κατώτεροι των περιστάσεων.

Όταν ο ίδιος ο πρωθυπουργός της Τουρκίας μας αναγνωρίζει ως ΜΗ ΤΟΥΡΚΟΥΣ, τί εμποδίζει τους ανίκανους στις κυβερνήσεις, στο ΥΠΕΞ και στο Υπουργείο Παιδείας να προχωρήσουν σε ενέργειες που θα μας απαγκιστρώσουν από το τουρκικό παρακράτος που ανθεί στην Ελληνική Θράκη;

KİMSE KİMSEDEN ÜSTÜN DEĞİL!
«Türk, Kürt, Laz, Çerkez, Abaza, Pomak, Manav, Gürcü etnisitler. Herkes bizim için değerlidir. Kimse kimseden üstün değil»
Başbakan Recep Tayyip Erdogan,
Rize 7.11.2011

Άρθρο του Κεμάλ Φαρζλή

(Τεύχος 58, Δεκέμβριος 2011 - Ιανουάριος 2012)

Πηγή : zagalisa.gr

Μνήμη Αλώσεως!

Ένας Οθωμανός εθελοντής υπερασπίζεται την πολιορκούμενη Κωνσταντινούπολη (1453)

Σε πρώτη διαδικτυακή δημοσίευση απο το http://www.istorikathemata.com/

Γράφει ο Νίκος Νικολούδης, Διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Λονδίνου 

Στα γεγονότα της άλωσης της Κωνσταντινούπολης, το 1453, δεν πολέμησαν μόνο οι Έλληνες εναντίον των Τούρκων, όπως ίσως πιστεύεται γενικότερα, αλλά και αρκετοί ξένοι. Ορισμένοι πολέμησαν στο πλευρό των Οθωμανών καταναγκαστικά, όπως ένα σερβικό απόσπασμα, σταλμένο από τον δεσπότη της μεσαιωνικής Σερβίας Γεώργιο Μπράνκοβιτς που ήταν υποτελής των Οθωμανών. Άλλοι πάλι, όπως ο Ούγγρος (ή Ρουμάνος) κατασκευαστής κανονιών Ουρβανός, συντάχθηκαν με τους Οθωμανούς με την προσδοκία του κέρδους (ο Ουρβανός πληρώθηκε αδρά για να κατασκευάσει τη μεγάλη βομβάρδα που χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι κατά την πολιορκία, η οποία αξιοποιήθηκε κυρίως για να καταστρέψει τα τείχη στον τομέα της πύλης του Αγίου Ρωμανού)
Οι περισσότεροι ξένοι όμως βρέθηκαν στο αντίπαλο στρατόπεδο, στο πλευρό των Βυζαντινών.
 Ως γνωστόν, μέσα ή κοντά στην Κωνσταντινούπολη ζούσαν πολλοί ξένοι, κυρίως Ιταλοί, οι οποίοι διατηρούσαν επιχειρηματικά συμφέροντα στην πόλη. Αναπόφευκτα, λοιπόν, υποχρεώθηκαν να συμμετάσχουν στην άμυνά της, προκειμένου να...
διατηρήσουν την προνομιακή επιχειρηματική τους θέση. Σ’ αυτούς συγκαταλέγονταν, Βενετοί, Αγκωνίτες και Καταλανοί, ενώ και οι Γενοβέζοι που είχαν υπό τον έλεγχό τους το γειτονικό προάστιο του Πέραν (τον σημερινό Γαλατά) τήρησαν ευνοϊκή στάση προς τους Κωνσταντινουπολίτες μετά την έναρξη της τελευταίας πολιορκίας. 

Ορισμένοι άλλοι ξένοι κατέφθασαν εθελοντικά στην Κωνσταντινούπολη, στο πλευρό των υπερασπιστών, για να συμμετάσχουν στις επιχειρήσεις είτε από «σταυροφορική διάθεση», είτε από τυχοδιωκτισμό, είτε από την προσδοκία κάποιου απροσδιόριστου κέρδους. Οι πιο γνωστοί μεταξύ τους είναι ο κοντοτιέρος Ιωάννης Τζιουστινιάνι, επικεφαλής ενός μισθοφορικού σώματος 700 κατάφρακτων στρατιωτών που αποτέλεσαν τη «δύναμη κρούσης» των αμυνόμενων, και οι τρεις αδελφοί Μποκιάρντι, επικεφαλής ενός μικρότερου σώματος, στους οποίους καταλογίζεται το ατύχημα της ξεχασμένης Κεκόπορτας, που βρισκόταν στον τομέα των τειχών που υπερασπίζονταν. 
Ενδεικτικό της σημασίας που απέδιδε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος στη συμμετοχή των ξένων εθελοντών στην άμυνα, είναι το γεγονός ότι τον μεν Τζιουστινιάνι διόρισε πρωτοστράτορα (αρχιστράτηγο) και του υποσχέθηκε να του παραχωρήσει τη Λήμνο, εάν τελικά απωθούνταν οι Οθωμανοί, ενώ σε άλλους εθελοντές ανέθεσε την άμυνα συγκεκριμένων τμημάτων των τειχών. 
Μεταξύ τους, τέσσερεις διαπρεπείς Βενετοί ανέλαβαν την ευθύνη της άμυνας αντίστοιχων κύριων πυλών των χερσαίων τειχών παραλαμβάνοντας από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο τα αντίστοιχα κλειδιά τους καθώς, σύμφωνα με την κατάθεση ενός αυτόπτη μάρτυρα της πολιορκίας, ο αυτοκράτορας είχε ομολογήσει ότι η Κωνσταντινούπολη ανήκε πια περισσότερο στους Βενετούς παρά στους Βυζαντινούς.

Η πιο ασυνήθιστη, πάντως, περίπτωση μεταξύ των ξένων εθελοντών ήταν αναμφίβολα εκείνη του Οθωμανού πρίγκιπα Ορχάν, οι πληροφορίες για τον οποίο είναι  περιορισμένες και ασαφείς. 
Ο πρίγκιπας Ορχάν ήταν μακρινός συγγενής του Μωάμεθ Β΄, κατά μία άποψη δεύτερος εξάδελφός του. 
Σύμφωνα με αυτή τη γενεαλογική προσέγγιση, ο Ορχάν ήταν εγγονός του Σουλεϊμάν Τσελεμπί, μεγαλύτερου αδελφού του σουλτάνου Μωάμεθ Α΄ (1413-1421). Οι δύο αδελφοί, όπως και ένας τρίτος, ο Μουσά, είχαν καταλάβει διαδοχικά τον οθωμανικό θρόνο μετά την αναπάντεχη αιχμαλωσία του πατέρα τους, Βαγιαζήτ Α΄(1389-1402) από τον Ταμερλάνο στη μάχη της Αγκύρας. Ως αποτέλεσμα της ατυχούς για τους Οθωμανούς κατάληξης αυτής της μάχης, το κράτος τους περιέπεσε στη δίνη ενός μακροχρόνιου εμφυλίου πολέμου. Πρώτος κατέλαβε τον θρόνο ο Σουλεϊμάν (1403-1411), ο οποίος όμως ανατράπηκε και σκοτώθηκε από τον πολεμοχαρή αδελφό του Μουσά, που κυβέρνησε με τη σειρά του επί δύο χρόνια (1411-1413). Οι εχθρικές διαθέσεις του τελευταίου προς τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία είχαν ως αποτέλεσμα ο αυτοκράτορας Μανουήλ Β΄ Παλαιολόγος να εξωθήσει σε εξέγερση εναντίον του τον τρίτο επιζώντα αδελφό, τον Μωάμεθ, ο οποίος και τελικά επικράτησε.

Κατά τη εξέλιξη αυτών των γεγονότων, προφανώς οι απόγονοι του Σουλεϊμάν βρήκαν καταφύγιο στην «ουδέτερη» Κωνσταντινούπολη, όπου οι Βυζαντινοί τους προφύλαξαν για να τους χρησιμοποιήσουν ως «αντίπαλο δέος», προκαλώντας έναν εμφύλιο πόλεμο στο οθωμανικό κράτος, εφόσον οι συνθήκες θα το επέτρεπαν (το ίδιο είχαν κάνει και οι Οθωμανοί με τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατά το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα, ενισχύοντας διάφορους γόνους της δυναστείας των Παλαιολόγων στις επιδιώξεις τους να καταλάβουν τον αυτοκρατορικό θρόνο). 
Υπ’ αυτές τις συνθήκες, ο πρίγκιπας Ορχάν έζησε στην Κωνσταντινούπολη από την παιδική του ηλικία. Προκειμένου, μάλιστα, να μην του επιτραπεί να απομακρυνθεί από την πόλη, ο πατέρας του Μωάμεθ Β’, ο σουλτάνος Μουράτ Β’, είχε συμφωνήσει να καταβάλει στους Βυζαντινούς ως «λύτρα» 3.000 άσπρα, από τα εισοδήματα των πόλεων κατά μήκος του νοτιότερου ρου του Στρυμόνα.

Κατά μία ειρωνεία της τύχης, η μη καταβολή αυτών των λύτρων αποτέλεσε την αφορμή για την έναρξη των εχθροπραξιών που οδήγησαν στην άλωση της Κωνσταντινούπολης.  
Συγκεκριμένα, κατά την άνοδό του στον θρόνο, τον Φεβρουάριο του 1541, ο Μωάμεθ Β’ είχε δεσμευθεί να συνεχίσει να τα καταβάλει, αλλά μέχρι το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου δεν το είχε κάνει, καθώς αγωνιζόταν να καταστείλει μια εξέγερση στα μικρασιατικά εδάφη του κράτους του. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος θεώρησε ότι αυτή η συγκυρία του ευνοούσε μια επίδειξη πυγμής, και απείλησε τον Μωάμεθ ότι, εάν δεν τα έστελνε τα χρήματα, οι Βυζαντινοί θα άφηναν ελεύθερο τον πρίγκιπα Ορχάν. Αυτή η έλλειψη διπλωματικής διορατικότητας εκ μέρους του επρόκειτο να αποδειχθεί μοιραία, παρέχοντας στον Οθωμανό σουλτάνο το πρόσχημα που αναζητούσε για την έναρξη του πολέμου.

Κατά την έναρξη της πολιορκίας, ο πρίγκιπας Ορχάν προθυμοποιήθηκε να αναλάβει με τους άνδρες του την άμυνα ενός τομέα των τειχών, γεγονός ιδιαίτερα τιμητικό, εάν μάλιστα το αντιδιαστείλει κανείς με τη στάση πολλών κατοίκων που προτίμησαν να παρακολουθούν παθητικά την εξέλιξη των γεγονότων. Έτσι, του ανατέθηκε η φύλαξη ενός τμήματος των τειχών της Προποντίδας στα οποία περιλαμβανόταν και το λιμάνι του Επτασκαλίου. 
Τον τομέα αυτό υπερασπίστηκε με γενναιότητα στις λίγες περιπτώσεις κατά τις οποίες ο οθωμανικός στόλος προσπάθησε να δημιουργήσει αντιπερισπασμούς στους αμυνόμενους από την πλευρά της Προποντίδας. Κατά την είσοδο των εισβολέων στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με τη χαρακτηριστική διατύπωση του Ράνσιμαν, «ο πρίγκιπας Ορχάν και οι Τούρκοι του συνέχισαν να μάχονται, γνωρίζοντας την τύχη που τους περίμενε εάν έπεφταν στα χέρια του σουλτάνου» (Η άλωση της Κωνσταντινούπολης, σελ. 211). 

Η άλωση όμως σφράγισε και τη δική του τύχη. 
Αν και όλες οι πηγές αναφέρουν ότι σκοτώθηκε, δεν συμφωνούν ως προς τον ακριβή τρόπο. 
Κατά τον Λαόνικο Χαλκοκονδύλη (βιβλίο Η΄), αυτοκτόνησε πηδώντας από έναν πύργο για να μη συλληφθεί, αφού προηγουμένως είχε μεταμφιεστεί σε καλόγερο. Κατά τον Κριτόβουλο (βιβλίο Α΄, κεφ. 64, παρ. 1-2), μεταμφιέστηκε σε απλό στρατιώτη και προσπάθησε να διαφύγει αξιοποιώντας την γνώση του των Τουρκικών, αλλά αναγνωρίστηκε και αυτοκτόνησε πηδώντας από το τείχος. Στη συνέχεια, οι Τούρκοι στρατιώτες έκοψαν το κεφάλι του και το μετέφεραν στον Μωάμεθ. Τέλος, κατά τον Δούκα (κεφ. XL, παρ. 4), ο οποίος βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη λίγο καιρό μετά την Άλωση και ενδεχομένως συνέλεξε προφορικές μαρτυρίες, προδόθηκε στον ναύαρχο Χαμζά μπέη από έναν αιχμάλωτο (με αντάλλαγμα τη δική του ελευθερία), ενώ είχε ήδη συλληφθεί προσπαθώντας να διαφύγει από τον πύργο «των Φράγκων» μεταμφιεσμένος σε καλόγερο. Στη συνέχεια, αποκεφαλίστηκε από εκείνον.
Με τον θάνατο του Ορχάν, ο Μωάμεθ αποκόμισε διπλό όφελος: όχι μόνο κατέκτησε τη «βασίλισσα των πόλεων» αλλά και απαλλάχθηκε από τον μοναδικό εν ζωή ανταπαιτητή του θρόνου του. Η σύντομη στρατιωτική σταδιοδρομία του μάλλον άγνωστου Οθωμανού πρίγκιπα, όμως, τον κατατάσσει στα πιο ενδιαφέροντα ιστορικά παράδοξα!

Βιβλιογραφία
-              Στήβεν Ράνσιμαν, Η άλωση της Κωνσταντινούπολης (μετάφραση: Νίκος Νικολούδης), Εκδόσεις Παπαδήμα, Αθήνα 2002.
-              Franz Babinger, Mehmed the Conqueror and his Time, Princeton University Press, 1978.
-              Τα κείμενα των Λαόνικου Χαλκοκονδύλη, Κριτόβουλου και Δούκα για την άλωση (σε νεοελληνική απόδοση των Νίκου Νικολούδη, Φάνη Καλαϊτζάκη και Παύλου Νιαβή, αντίστοιχα), με κοινό τίτλο Βυζαντίου Άλωσις, από τις Εκδόσεις Δημιουργία, Αθήνα 1997, 1999 και 2000, αντίστοιχα (το κείμενο του Χαλκοκονδύλη και σε δεύτερη έκδοση, από τις Εκδόσεις Αντώνη Σταμούλη, Θεσσαλονίκη, 2006)